15.11.09








Πεθύμησα τα χιλιάδες πλοκάμια σου. Αυτά που ρούφαγαν τη σκέψη μου, το αίμα μου, εμένα την ίδια. Που τυλίγονταν γύρω μου και με αιχμαλώτιζαν, δικιά σου. Δικιά σου μόνο. Χάρισέ μου απόψε ένα πλοκάμι να αισθανθώ ότι ανήκω πάλι κάπου. Κι ας είμαι εγώ το θύμα.

Μα δεν είναι εκεί το θέμα. Είναι σ΄αυτά που εγώ σου χάρισα απλόχερα για να μπορείς εσύ να συνεχίσεις να ρουφάς, σαν τον καπνό των ατέλειωτων τσιγάρων σου. Είναι σ' αυτά που στέρησα εγώ απ' τον εαυτό μου, για να παραδοθώ στην ηδονή των πλοκαμιών σου. Όλα αυτά, που μαζί έκαναν εμένα. Την ανεπανάληπτη προσωπικότητά μου. Αυτή που κράτησες να μεγαλώνεις τον εγωισμό σου. Αυτή που έψαχνα να βρω όταν μ' ελευθέρωσες να φύγω, μα δεν υπήρχε, παρά σαν ανάμνηση.

Πεθύμησα τα χιλιάδες πλοκάμια σου. Πεθύμησα εμένα όπως ήμουν, όπως με γνώρισες έναν Χειμώνα. Πεθύμησα την αλήθεια σου και την αλήθεια μου, που κρύβω στις απόλυτες και κοφτές πια φράσεις μου. Πεθύμησα όλα τα πλοκάμια σου. Αυτά που κρύβουν μέσα τους πολλές σαν κι εμένα. Τα θύματα των πλοκαμιών σου. 

Χάρισέ μου απόψε ένα πλοκάμι. Να, τύλιξέ το γύρω απ' το λαιμό, να μοιάζει κόσμημα. Τύλιξέ το σφιχτά να κρύψει τις ουλές μου. Σφιχτά. Αποπνιχτικά. 





























Κι ας είμαι εγώ το θύμα.